δογματισμός

δογματισμός
ο (AM δογματισμός) [δογματίζω]
νεοελλ.
1. (φιλοσ.) φιλοσοφία που στηρίζεται στη δυνατότητα γνώσεως με τη λογική δύναμη χωρίς να ελέγχονται τα όρια της
2. αποφθεγματική διατύπωση αξιωμάτων χωρίς αιτιολόγηση ή απόδειξη
αρχ.-μσν.
διδασκαλία για τα δόγματα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • δογματισμός — ο 1. (φιλοσ.), θεωρία που υποστηρίζει πως είναι δυνατή η απόλυτη γνώση. 2. συλλογισμοί και συμπεράσματα που βασίζονται σε υποθέσεις των οποίων η ορθότητα δεν έχει ελεγχθεί, γνώση αυθαίρετη που προκύπτει από έλλειψη κριτικής σκέψης: Η επιστημονική …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εσχατολογία — Το σύνολο των πεποιθήσεων και των δοξασιών για το τέλος του κόσμου και της ανθρωπότητας (ε. = λόγος περί των εσχάτων). Δεν περιέχουν όλες οι θρησκείες εσχατολογικές αντιλήψεις, δηλαδή δεν προσανατολίζονται όλες προς έναν τελικό σκοπό· αντίθετα,… …   Dictionary of Greek

  • πλατωνισμός — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται μια πνευματική κατεύθυνση που προχωρεί πολύ πέρα από τα όρια μιας συγκεκριμένης φιλοσοφικής σχολής (αυτής που ίδρυσε ο Πλάτων) για να γίνει μια γενική τάση της σκέψης που, με διάφορες μορφές και τρόπους, ξαναγυρίζει …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …   Dictionary of Greek

  • Προυντόν, Πιερ Ζοζέφ — (Proudhon, Μπεζανσόν 1809 – Παρίσι 1865). Γάλλος πολιτικός και οικονομολόγος. Αφού πέρασε δύσκολη νεανική ζωή, εργαζόμενος ως τυπογράφος και συγχρόνως σπουδάζοντας, ο Π. έγινε γνωστότατος το 1840 με τη μελέτη του Tι είναι η ιδιοκτησία; (Qu’est ce …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”